χρυσώνω

χρυσώνω
χρύσωσα, χρυσώθηκα, χρυσωμένος
1. καλύπτω κάτι με χρυσό, επιχρυσώνω, μαλαματώνω.
2. διακοσμώ κάτι με χρυσό.
3. φρ., «Nα με χρυσώνουν δεν το κάνω», όσο και να με παρακαλέσουν ή όσα χρήματα και να μου προσφέρουν δε θα το κάνω.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • χρυσώνω — χρυσώνω, χρύσωσα βλ. πίν. 3 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • χρυσωνώ — έω, Α αγοράζω ή ανταλλάσσω χρυσό με άλλα πολύτιμα μέταλλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο) * + ωνῶ ( ώνης < ὠνοῦμαι «αγοράζω»), πρβλ. τελ ωνῶ. Το ρ. χρυσωνῶ είναι αρχαιότερο τού ουσ. χρυσώνης] …   Dictionary of Greek

  • χρυσώνω — χρυσῶ, όω, ΝΜΑ [χρυσός (Ι)] 1. επικαλύπτω επιφάνεια με φύλλα χρυσού ή με επίχρισμα χρυσού ή με χρυσόσκονη ή υποκατάστατό της, επιχρυσώνω (α. «έταξα να τού χρυσώσω την εικόνα» β. «ἐπὶ στύλων... κεχρυσωμένων χρυσίῳ», ΠΔ γ. «Παλλαδίων χρυσουμένων»,… …   Dictionary of Greek

  • ηλιοχρύσωμα — και λιοχρύσωμα, το οι χρυσίζουσες ανταύγειες τού ήλιου την ώρα που βασιλεύει. [ΕΤΥΜΟΛ. < ηλιο * + χρύσωμα (< χρυσώνω)] …   Dictionary of Greek

  • παραχρυσωμένος — και παραχρουσωμένος, η, ο επίχρυσος, χρυσωτός, χρυσωμένος («στην κάμερα την πλια όμορφη, την παραχρυσωμένη», Ερωτόκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(ά) * + χρυσώνω] …   Dictionary of Greek

  • περιχρυσώνω — και περιχρυσῶ, όω, ΝΜΑ [περίχρυσος] χρυσώνω ολόγυρα, επιχρυσώνω όλη την επιφάνεια …   Dictionary of Greek

  • χρυσώ — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 720 μ.) του νομού Ευρυτανίας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (25 τ. χλμ.). * * * όω, ΜΑ βλ. χρυσώνω …   Dictionary of Greek

  • χρυσώνητος — ον, Α [χρυσωνῶ] (σχετικά με δούλο) αγορασμένος με χρυσάφι, ακριβοπληρωμένος …   Dictionary of Greek

  • χρύσωμα — το, ατος 1. η πράξη και το αποτέλεσμα του χρυσώνω, η χρύσωση, το μαλαμάτωμα. 2. λεπτό στρώμα από χρυσό που είναι στην επιφάνεια των επίχρυσων αντικειμένων. 3. κόσμημα από χρυσό. 4. το κατασκευασμένο από χρυσό σφράγισμα δοντιού. 5. δωροδοκία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”